Στην τέχνη της Βυζαντινής αγιογραφίας απεικονίζονται οι διάφοροι άγιοι της πίστης μας, όπως και διάφορες παραστάσεις που έχουν να κάνουν με θέματα θρησκευτικά. Είναι μία τέχνη που έχει να κάνει με τον πνευματικό κόσμο και που σκοπό έχει να τον ενώσει με τον φυσικό κόσμο.
Οι μορφές είναι αλλοιωμένες, με δεδομένα όμως τα βασικά χαρακτηριστικά τους, και έχουμε σχήματα και χρώματα, σε μια πνευματική διάσταση και σε συνδυασμό με τη λιτότητα των εικόνων δίνεται το μήνυμα της απλότητας και του συμβολισμού που αναδεικνύει η ζωγραφική απεικόνιση, για να πορευτούν στο ταξίδι τους μέσα στους αιώνες.
Τα αντικείμενα που ζωγραφίζονται στην αγιογραφία αποκτούν ειδικό συμβολισμό και μέσω αυτών, είναι αναπόσπαστα κομμάτια αναγνώρισης των αγίων και των παραστάσεων και δίνουν στοιχεία του βίου των αγίων και της ιστορίας της παράστασης.
Αν κανείς παρατηρήσει τις μορφές που απεικονίζονται στη Βυζαντινή αγιογραφία, θα μπορέσει να αντιληφθεί πως οι επιρροές που έχει δεχτεί είναι φερμένες από την Αίγυπτο και συγκεκριμένα από τα πορτραίτα των Φαγιούμ (1ος-3ος αι. π.Χ.), των οποίων η τέχνη ανάγεται στα ελληνιστικά χρόνια.
Τα Φαγιούμ ήταν ζωγραφισμένα πάνω σε φορητά υλικά κομμάτια (ξύλο ή ύφασμα) και είχαν ταφική χρήση. Αρχικά ήταν κρεμασμένα στο σπίτι του προσώπου που απεικονίζονταν σε αυτά, μέχρι το θάνατό του, και έπειτα τοποθετούνταν πάνω στο ταριχευμένο σώμα του, μέσα στο νεκρικό θάλαμο.
Εικόνα 1. Φαγιούμ.
Αρχικά βρίσκουμε την αρχαϊκή εικονογραφία, που αναπτύχθηκε την περίοδο των πρωτοχριστιανικών χρόνων (30-325 μ.Χ.) και έχει να κάνει καθαρά με τον συμβολισμό και κατ’ επέκταση με έναν διδακτικό ρόλο. Σε αυτή την περίοδο δεν συγκρατούμε την καλλιτεχνική σημασία των απεικονίσεων, άλλα το πόσο ο συμβολισμός αυτός των μοτίβων ενίσχυε το θρησκευτικό συναίσθημα των τότε πιστών. Η περίοδος αυτή είναι γνωστή ως και η “τέχνη των κατακομβών”. Χρησιμοποιήθηκαν συμβολικά μοτίβα όπως το ψάρι, η ελιά, το καράβι, το αμπέλι κτλ. επιρροές των ειδωλολατρικών ακόμα χρόνων.
Εικόνα 2. Κατακόμβη.
Στη συνέχεια έχουμε την Παλαιοχριστιανική περίοδο (4ος-7ος αι. μ.Χ.). Είναι η περίοδος του Μεγάλου Κωνσταντίνου και η μεταφορά της πρωτεύουσας της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την Ρώμη και την αναγνώριση του Χριστιανισμού ως την επίσημη θρησκεία του κράτους.
Η θεοκρατούμενη πια κατάσταση στα χρόνια αυτά, και αφού οι διωγμοί των Χριστιανών έχουν πια σταματήσει, δίνει στη βυζαντινή τέχνη μια σημαντική αλλαγή, η οποία αρχίζει να διαφοροποιείται όσον αφορά τις απεικονίσεις. Ξεκινά η ζωγραφική απεικόνιση των Αγίων και οι παραστάσεις από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη σε τοιχογραφίες και ψηφιδωτά.
Θα υπάρξει βέβαια ένα φρένο την περίοδο της Εικονομαχίας (724-843 μ.Χ.), όπου απαγορευτήκαν να αποδίδονται ζωγραφικά μορφές ανθρώπων και επανήλθε η τέχνη ξανά στα διακοσμητικά μοτίβα του ζωικού και φυτικού κόσμου.
Επί βασιλείας Θεοδώρας το 843 μ.Χ. και με απόφαση της μη Οικουμενικής Συνόδου που έλαβε χώρα στην Κωνσταντινούπολη, τελείωσε η περίοδος αυτής και οι εικόνες επανήλθαν στη πρότερη χρήση τους και φυσικά η απεικόνισή τους, με αποκορύφωμα την περίοδο των Μακεδόνων και Κομνηνών (867-1204 μ.Χ.) όπου η βυζαντινή τέχνη αναγεννήθηκε.
Η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος βάζει τους κανόνες της βυζαντινής τέχνης στον διάκοσμο των ναών και στην εικονογραφία τους. Ο δογματικός, ο λειτουργικός και ο ιστορικός (εορταστικός) είναι οι τρεις εικονογραφικοί κύκλοι στους οποίους τα θέματα της αγιογράφησης ιστορούνται πλέον με καθορισμένο εικονογραφικό κύκλο στο ναό.
Τέλος έχουμε την Υστεροβυζαντινή περίοδο ή Περίοδος των Παλαιολόγων που ξεκινά το 1261 και λήγει με την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453. Το διάστημα αυτό παρατηρείται μια άνθηση και ανανέωση της βυζαντινής τέχνης.
Στη βυζαντινή τέχνη αυτήν την περίοδο οι καλλιτέχνες επιδίδονται σε μια νατουραλιστική αναπαράσταση του φυσικού κόσμου, αλλά και στην αποτύπωση του συναισθηματικού κόσμου στις μορφές, όπου το ορθόδοξο ήθος, κάτω από το πρίσμα ενός “πνευματικού ρεαλισμού” αποτυπώνεται μέσα από τον παλμό της ζωής και την κίνηση. Υπάρχει πλούτος χρωμάτων, δύναμη στο σχέδιο και η ύπαρξη της τρίτης διάστασης (του βάθους) στο τοπίο και στα κτήρια.
Εικόνα 3. Ψηφιδωτό.
Στην τουρκοκρατία η τέχνη της αγιογραφίας αρχίζει σιγά σιγά να σβήνει χωρίς να έχουμε κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό έργο αυτούς τους τέσσερις αιώνες της.
Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Φώτης Κόντογλου θα προσπαθήσει να δώσει μια νέα πνοή στην τέχνη της Βυζαντινής αγιογραφίας με ιδιαίτερη επιτυχία.
Οι σχολές τις αγιογραφίας είναι δύο: Η πρώτη είναι η Μακεδονική Σχολή, η οποία γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, άνθισε κυρίως στην Μακεδονία με κέντρο την Θεσσαλονίκη και επηρέασε και τη Σερβία. Χαρακτηριστικά της είναι ο ρεαλισμός και η ελευθερία της. Έχει έντονα και πλούσια χρώματα, πρόσωπα και ενδύματα φωτισμένα και διακατέχεται από κίνηση. Κύριοι εκπρόσωποι της είναι ο Μανουήλ Πανσέληνος (13ος αι.-14ος αι.), ο Μιχαήλ Αστραπάς και ο αδελφός του Ευτύχιος (οι δυο τους αγιογράφησαν στη Σερβία και άκμασαν μεταξύ 1294 μ.Χ.-1317 μ.Χ.), ο Γεώργιος Καλλιέργης (13ος αι.-14ος αι.) κ.α.
Εικόνα 4. Μακεδονική Σχολή.
Η δεύτερη είναι η Κρητική Σχολή. Η Βυζαντινή αγιογραφία πέρασε από την Κωνσταντινούπολη στον Μυστρά (τέλη 14ου αιώνα), αποκτώντας εκεί ένα στενότερο χαρακτήρα «δίνονταν» την Κρητική Σχολή. Η γνήσια Κρητική Σχολή διαμορφώθηκε στην Κρήτη, έπειτα από τη πτώση του Βυζαντίου (τέλος 15ου αι.-αρχές 16ου αι.). Η Σχολή αυτή εμπεριέχει τον βυζαντινό ιδεαλισμό. Συντηρητική, με συγκρατημένες κινήσεις, λιτότητα και ευγένεια στα πρόσωπα. Το φως λιγοστό, σαν να έρχεται από κάποιο βάθος (στοιχείο βαθιάς κατάνυξη). Κυριότερος εκπρόσωπος αυτής της σχολής είναι ο Θεοφάνης ο Κρης (Ηράκλειο 1490 μ.Χ.- Ηράκλειο 1559 μ.Χ.).
Εικόνα 5. Κρητική Σχολή.
Σαν σημαντικότερους αγιογράφους και των δύο σχολών μπορούμε να αναφέρουμε ενδεικτικά τους εξής παρακάτω:
- Άγιος Λάζαρος ο Ομολογητής. Έζησε στους χρόνους του εικονομάχου βασιλέως Θεοφίλου.
- Άγιος Μεθόδιος Μοναχός. Έζησε τον καιρό του Ιουστίνου του Β’.
- Ηρακλείδης ο Βυζάντιος. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
- Παύλος ο μουσειωτής. Ψηφιδογράφος.
- Στέφανος Μοναχός. Ήταν ζωγράφος και ομολογητής.
- Ανδρέας υιός Αρταβάσδου. Ήταν επίσημος αγιογράφος τον καιρό του Κωνσταντίνου του Πορφυρογεννήτου.
- Όσιος Αλύπιος ο εικονογράφος, ρωσικής καταγωγής.
- Παύλος αγιογράφος. Άγνωστο πότε έζησε. Ζωγράφισε την εικόνα του Αγίου Γεώργιου πάνω στο άλογο.
- Μιχαήλ ο Αστραπάς και Ευτύχιος. Καταγόταν από την Θεσσαλονίκη και τοιχογράφησαν πολλές εκκλησίες της Σερβίας.
- Μανουήλ Πανσέληνος, από τους κυριότερους εκπροσώπους της Μακεδονικής Σχολής του 14ου αι. Θεοφάνης ο Έλληνας, αγιογράφος του 14ου αι. και γνωστός για το έργο του στη Ρωσία. Θεωρείται ο δάσκαλος του μεγάλου Ρώσου αγιογράφου Αγίου Ανδρέα Ρουμπλιώφ.
- Άγιος Ανδρέας Ρουμπλιώφ. Γεννήθηκε στη Ρωσία γύρω στα 1360 μ.Χ. Θεωρείται από όλους τους Ρώσους ζωγράφους ως ο κυριότερος εκπρόσωπος της αρχαίας ρωσικής τέχνης. Η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας τον αναγνώρισε επισήμως ως άγιο το 1988.
- Νικόλαος Ιωάννου και Καστρίσιος. Κατάγονταν από την Καλαμπάκα Θεσσαλίας.
- Θεοφάνης Μοναχός ο Κρης. Κορυφαίος αγιογράφος του 16ου αιώνα και κυριότερος εκπρόσωπος της Κρητικής Σχολής. Το έργο του συνέχισαν οι δυο του γιοι.
- Αντώνιος ο Κρης. Αυστηρός και απλότεχνος αγιογράφος, μαθητής του Θεοφάνους του Κρητός. Έζησε τον 16ο αι. Αγιογράφος της Κρητικής Σχολής.
- Φράγκος Κατελάνος. Καταγόταν από την Θήβα και συγκαταλέγεται στους καλύτερους αγιογράφους του 16ου αι. Η ζωγραφική του εντάσσεται στην Κρητική Σχολή αλλά έχει και επιρροές από την Δύση.
- Γεώργιος Ιερεύς και σακελλάριος Θηβών. Τοιχογράφος.
- Ανδρέας Ρίτζος, εικονογράφος στα τέλη του 15ου αι. Έργα του βρίσκει κανείς στην Ιταλία και την Πάτμο.
- Μιχαήλ Δαμασκηνός ο Κρης. Γεννημένος γύρω στο 1530 με 1535 μ.Χ. Είναι ελάχιστες οι χρονολογημένες εικόνες του. Αγιογράφος και πολλά έργα του υπάρχουν στην Κέρκυρα (υπογεγραμμένα). Χρησιμοποίησε ιταλικά στοιχεία στα έργα του και η επίδρασή του στους συγχρόνους και μεταγενεστέρους ζωγράφους ήταν πολύ μεγάλη.
- Όσιος Ποιμήν ο Ζωγραφίτης. Γεννήθηκε στη Σόφια της Βουλγαρίας. Το 1942 αναγνωρίστηκε ως προστάτης άγιος των Βουλγάρων ζωγράφων.
- Εμμανουήλ Λαμπάρδος (αρχές 17ου αι.). Αγιογράφησε μόνο φορητές εικόνες με επιρροές από τα παλαιολόγεια και πρώιμα κρητικά πρότυπα.
- Όσιος Νείλος ο Μυροβλύτης. Γεννήθηκε στη Πελοπόννησο.
- Άγγελος ο Κρης, αγιογράφος, ο οποίος έκανε μόνο φορητές εικόνες και έζησε στις αρχές του 17ου αιώνα.
- Ιερεμίας Παλλαδάς. Ήταν ιερομόναχος και φημισμένος αγιογράφος της εποχής του. Ακολουθούσε την παραδοσιακή τεχνοτροπία και σπάνια χρησιμοποιούσε ιταλικά στοιχεία. Πέθανε πριν το 1660 μ.Χ.
- Εμμανουήλ Τζάνες (Ρέθυμνο γύρω στο 1610 μ.Χ.-Βενετία 28 Μαρτίου 1690 μ.Χ.). Άλλοτε ακολουθεί τα βυζαντινά πρότυπα του 14ου και 15ου αιώνα και άλλοτε εμπνέεται από τα δυτικά έργα ακολουθώντας ορισμένες φορές φλαμανδικές χαλκογραφίες.
- Κωνσταντίνος Κονταρίνης (18ος αι.). Ακολούθησε σε πολλά από τα έργα του, την τεχνοτροπία του π. Εμμανουήλ Τζάνε.
- Διονύσιος ιερομόναχος εκ Φουρνά (1670 μ.Χ.). Αγιογράφησε φορητές εικόνες, αλλά και τοιχογραφίες. Θαύμαζε τον Πανσέληνο και τον ακολουθούσε στη τεχνοτροπία του. Άφησε πίσω του ικανούς μαθητές.
- Γεώργιος Μάρκου. Η γενέτειρά του πόλη ήταν το Άργος. Υπήρξε τοιχογράφος. Μαθητές του και οι συνεχιστές αυτών έφθασαν σχεδόν μέχρι τα τέλη του 18ου αι.
- Όσιος Σάββας ο εν Καλύμνω. Γεννήθηκε στην Ηρακλείτσα της Ανατολικής Θράκης το 1862.
- Φώτης Κόντογλου. Γεννήθηκε στις Κυδωνιές (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας το 1895. Την δεκαετία του 1950-1960 βρίσκεται στην κορυφή της αγιογραφικής του δραστηριότητας και γενικά είχε μία πλούσια προσφορά στον τομέα της τέχνης. Αγιογράφησε πολλές φορητές εικόνες και τοιχογράφησε πολλούς ναούς. Θεωρείται ο αναγεννητής της Ορθοδόξου Αγιογραφίας. Μαθητές του υπήρξαν ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Νίκος Εγγονόπουλος, κ.ά.
Εικόνα 6. Φώτης Κόντογλου.
Σήμερα η τέχνη αυτή, παρουσιάζει τεράστια άνθηση στην Ελλάδα και σε όλο τον Ορθόδοξο κόσμο, όπου επίδοξοι και με ταλέντο νέοι αγιογράφοι, άνδρες και γυναίκες, με την χρήση νέων υλικών και της τεχνολογίας καταφέρνουν να συνεχίσουν να διατηρούν το πνεύμα και την έννοια του όρου «τέχνη», γιατί δε πρέπει να ξεχνάμε, πέρα από το λατρευτικό-θρησκευτικό κομμάτι της, η αγιογραφία είναι κομμάτι της εικαστικής τέχνης.